Το Ελληνικό ελαιόλαδο με ορίζοντα το 2020
Η ελαιοκαλλιέργεια αποτελεί έναν από τους σημαντικότερους και δυναμικότερους κλάδους της αγροτικής οικονομίας της Ελλάδας. Καλύπτει περίπου το 20% της καλλιεργούμενης έκτασης της χώρας. Από τα 170 εκατομμύρια ελαιόδεντρα, τα 135 εκατομμύρια είναι ποικιλίες που προορίζονται για την παραγωγή ελαιόλαδου. Η Ελλάδα αν και κατέχει διεθνώς την τρίτη θέση στην παραγωγή ελαιόλαδου, μετά την Ισπανία και την Ιταλία, δυστυχώς, στον τομέα των εξαγωγών μειονεκτεί σημαντικά έναντι των ανταγωνιστών της, καθώς εξάγουμε χύμα τη μεγαλύτερη ποσότητα.
Αποτέλεσμα αυτής της πρακτικής είναι η απώλεια της προστιθέμενης αξίας του προϊόντος, την οποία καρπώνονται κυρίως οι Ιταλοί. Μόνο το 20% της παραγωγής και το 25% των εξαγωγών ελαιόλαδου της χώρας μας είναι τυποποιημένο, την ώρα που τα αντίστοιχα μεγέθη για την Ιταλία κυμαίνονται στο 75% και 97% ενώ για την Ισπανία στο 50% και 55%. Οι ρίζες του προβλήματος ανταγωνιστικότητας του ελληνικού ελαιόλαδου εντοπίζονται σε τέσσερα κυρίως σημεία:
- Στον κατακερματισμό του κλήρου και το μικρό μέγεθος των γεωργικών εκμεταλλεύσεων.
- Στη διαδικασία επεξεργασίας ελαιοκάρπου και την παραγωγή ελαιόλαδου.
- Στην τυποποίηση του ελαιόλαδου.
- Στην εμπορία και προώθηση.
Καταρχάς, ο κατακερματισμός του κλήρου επιδρά αρνητικά στην ανταγωνιστικότητα του ελληνικού ελαιόλαδου. Στην Ελλάδα υπάρχουν 778.660 ελαιοκομικές εκμεταλλεύσεις, εκ των οποίων το 58% έχει μέγεθος κάτω των 10 στρεμμάτων.Το μικρό μέγεθος των γεωργικών εκμεταλλεύσεων σε συνδυασμό με τον πολυτεμαχισμό των εκτάσεών εμποδίζει την εκμηχάνιση της καλλιέργειας και αυξάνει το κόστος παραγωγής.
Ο κατακερματισμός του κλήρου οδηγεί στον κατακερματισμό της παραγωγής ελαιόλαδου. Έτσι, η λειτουργία ενός μεγάλου αριθμού, μη βιώσιμων σε σημαντικό ποσοστό, ελαιοτριβείων στην Ελλάδα καθιστά οικονομικά ασύμφορο τον εκσυγχρονισμό των υποδομών.Αναφορικά με την τυποποίηση και ??ροώθηση του ελαιόλαδου, αξίζει να σημειωθεί ότι στη χώρα μας λειτουργούν περίπου 310 μικρές και μεγάλες εγκεκριμένες τυποποιητικές μονάδες, που διακινούν επώνυμα προϊόντα με τον χαρακτηρισμό «ελληνικό προϊόν».
Το μεγαλύτερο ποσοστό των μονάδων αυτών δεν αξιοποιούν πλήρως το παραγωγικό τους δυναμικό. Ενώ το μικρό μέγεθος των περισσότερων τυποποιητικών επιχειρήσεων (ιδιωτικών και συνεταιριστικών) δυσχεραίνει την πρόσβαση τους σε μεγάλα δίκτυα πωλήσεων (supermarkets) και δρα ανασταλτικά στην προώθηση του ελληνικού ελαιόλαδου..